Αγνώριστος ο Βόλος που είχα ζήσει δύο χρόνια ως μαθητής πολύ
παλιά, στις αρχές της διετίας του ’60. Τι γλυκιές αναμνήσεις.
Από τότε ήρθαμε και άλλες φορές και κάθε φορά οι εντύπωσες
μας γίνονταν μάλλον χειρότερες. Αυτό που
είναι σίγουρο είναι, ότι ο Βόλος
ξεχείλωσε και ξεχειλώνει επικίνδυνα. Με ανεπαρκείς υποδομές και όλες τις παθογένειες
του τέρατος των Αθηνών.
Χιλιάδες αυτοκίνητα σταθμευμένα και ακινητοποιημένα σε κάθε ελεύθερο
χώρο. Αναρωτιέται κανείς για ποιο λόγο τα αγοράζουν οι πολίτες. Οι αποστάσεις
είναι μικρές στην πόλη, αυτή που τη δεκαετία του’60 ήταν πρωταθλήτρια στα ποδήλατα
και όλοι κυκλοφορούσαν με αυτά. Τώρα μάλλον σπανίζουν. Δεν είδαμε
ποδηλατοδρόμους. Η παντοκρατορία των ιδιωτικών αυτοκίνητων είναι τρομακτική. Οι
κάτοχοι πληρώνουν πολλά, αλλά που τα χρησιμοποιούν άραγε; Οι συγκοινωνίες
μπορούν σε μια πόλη όπως ο Βόλος να καλύψουν άνετα τις ανάγκες της και να ανακουφίσουν
τους πολίτες από τα προβλήματα των κυρίως των ακινητοποιημένων πολλών χιλιάδων €
οχημάτων, σε κάθε ελεύθερο χώρο.
Την ανοικοδόμηση μετά τους καταστροφικούς σεισμούς του 1956
(αν δεν κάνουμε λάθος) πλήρωσε όλη η Ελλάδα (ακόμα και γραμματόσημα είχαν εκδοθεί
για να βρεθούν χρήματα), αλλά ήλθε η Χούντα και έδωσε άδειες κατεδάφισης πριν
καλά καλά τελειώσει η ανοικοδόμηση και κατασκευής στα ίδια οικόπεδα πολυωρόφων
πολυκατοικιών.
Χωρίς καμιά πρόβλεψη για δημόσιους χώρους, φαρδείς δρόμους, πεζοδρόμια,
χώρους στάθμευσης, κυκλοφορικά θέματα, χώρους για παιδιά, σχολεία, μονάδες Υγείας
και άλλες υποδομές. Δε γνωρίζουμε άλλη ελληνική πόλη με δρόμους πλάτους 5
περίπου μέτρων και 5-οροφες πολυκατοικίες με πρόσοψη επ’ αυτών.
Και μετά ήρθαν οι μάγκες της ανάπτυξης, το άθλιο πολιτικό σύστημα
και έχτισε μεγάλο νοσοκομείο μέσα στην πόλη, χωρίς περιβάλλοντες άνετους χώρους
και προβλέψεις για χώρους στάθμευσης και ζωτικές λειτουργίες. Εκεί ήθελαν, εκεί
και το έχτισαν. Να το βλέπουν όλοι, αλλά ίσως να μην μπορούν ή να δυσκολεύονται
να πάνε. Δεν πειράζει και να πεθάνουν μερικοί στο δρόμο προς το νοσοκομείο.
Δίπλα το κτήριο του Αρχαιολογικού Μουσείου. Μεσοτοιχία. Ας
είναι καλά ο δωρητής. Τουλάχιστον είχαν την ευπρέπεια να το ονομάσουν «Αθανασάκειο
Αρχαιολογικο Μουσείου Βόλου» (κτίστηκε το 1909 και στεγάζει ένα
από τα παλαιότερα Μουσεία της χώρας).
Περιλαμβάνει εκθέματα από πολλές ιστορικές εποχές και πολλά
σημεία της Μαγνησίας και της Θεσσαλίας.
Πολλά εκθέματα είναι εκτεθειμένα σε όποιον θέλει να τα αποκτήσει
ή να τα πιάσει ή να τα χαϊδέψει ίσως. Υπάρχουν και ενδείξεις εκφώνησης
περιγραφών, αλλά όπως διαπιστώσαμε και όπως μας διαβεβαίωσαν δεν λειτουργούν.
Θέλουμε γράψουμε τις εντυπώσεις μας από το ενδιαφέρον Μουσείο, αλλά στο
φυλλάδιο που ζητήσαμε και μας έδωσαν, δίνεται μόνον τηλέφωνο, που παραπέμπει σε
άλλο τηλέφωνο που δεν απαντά. Επίτευγμα.
Η είσοδος τη πόλεως Βόλου μοιάζει με παλαιοπωλείο, ιδιοκτήτη
που είναι αδιάφορος για την εικόνα του, αλλά με παρόντα όλα εκείνα, παλιά,
άχρηστα πεταμένα, σκουπίδια, μπάζα και άλλα, που σε κάνουν να δυσανασχετείς και
να στρέφεις το πρόσωπό σου αλλού και να απορείς με τη λογική αρχών, αρμοδίων και
επιχειρηματιών. Ντροπή.
Η γραμμή του περίφημου τρένου του Πηλίου, της γραμμής
Βόλου-Μηλέαι - έχει βανδαλιστεί από το σιδηροδρομικό σταθμό έως την πόλη της
Αγριάς, Μετά το πάρκο του Αγ. Κωνσταντίνου, έχει εγκλωβιστεί από τις ταβέρνες
και τα τσιπουράδικα και έχει αχρηστευτεί (καταπατηθεί) όλος ο παρακείμενος δημόσιος
αναγκαστικά χώρος. Η κατάληψη είναι παράνομη, αλλά αυτή είναι η Ελλάδα. Δεν αφήνουν
τίποτα όρθιο και τίποτα ιστορικά σημαντικό, αρκεί να βγάλουν οι μεν χρήματα και
οι δε δώρα, χρήματα ή ψήφους. Ντροπή και πάλι.
Επιχειρήσαμε μια επίσκεψη στις πόλεις του Πηλίου, ημέρα
Τρίτη. Καταφέραμε να πάμε στη Μακρινίτσα, ως πιο προσιτή σε άτομο με ειδικές
ανάγκες. Η σήμανση των δρόμων ανεπαρκής και οι διαδρομές «χαώδεις». Πουθενά
λογική και νοικοκυροσύνη. Η δυνατότητα να βρεις χώρο στάθμευσης έξω από τη
Μακρινίτσα, είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Αναρωτιέται κανείς τι συμβαίνει τα Σαββατοκύριακα
και του θερινούς μήνες. Πως λειτουργούν αυτές οι πόλεις και αυτοί οι κάτοικοι; Καθίσαμε
για λίγο στην πραγματικά ωραία και μοναδική πλατεία της πόλεως, με ανεμπόδιστη
θέα στην πόλη του Βόλου, που ξεχειλώνει, μάλλον έτσι χωρίς πρόγραμμα, όπως βολεύεται
ο καθείς και όποιος διαθέτει ή κατέχει γη. Το κατάστημα αλμυρό, αλλά δεν μπορείς
να κάνεις τίποτε. Ευτυχώς δέχονταν κάρτες.
ΥΓ: Διαβάσαμε και το άρθρο στην εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ «Βόλος:
Η πόλη που πασχίζει να σηκώσει την κληρονομιά της». Παρουσίαση μόνον
θετικών στοιχείων πλην της φράσεως «… Θυμάμαι καταπληκτικά σπίτια που έπεσαν με τον σεισμό, ευτυχώς
τούτο εδώ άντεξε. Τότε χτίστηκαν οι πολυκατοικίες σύρριζα στον δρόμο,
καταστρέφοντας τους κήπους. Έτσι ασχήμυνε ο Βόλος, που ήταν από τις ωραιότερες
πόλεις στην Ελλάδα. Και η ασχήμια πέρασε και στους ανθρώπους»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου